Σηκώστε να χορέψουμε

Τραγούδι με προέλευση από την Κωνσταντινούπολη. Ο ρυθμός του κοματιού είναι 8/8(3-3-2) και χορεύεται ως <<ΣΥΡΤΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ>>

-Σηκώστε να χορέψουμε

να φύγουνε τα ντέρτια

χρυσή μου Εριέττα.

-Έβγα στο παραθύρι

να ιδείς στον ουρανό

πως παίζει το φεγγάρι

με τον αυγερινό.

-Εσύ που σέρνεις το χορό

σου πρέπει τραγουδάκι

χρυσό παλληκαράκι

-Εβγά στο παραθύρι,

να δεις τι γίνεται,

το αίμα της καρδίας μου

για σένα χύνεται.

 

Καροτσέρη τράβα

Τραγούδι με προέλευση από την Κωνσταντινούπολη. Ο ρυθμός του κοματιού είναι 2/4 και χορεύεται ως <<ΓΡΗΓΟΡΟΣ ΧΑΣΑΠΙΚΟΣ>>
Καροτσέρη τράβα,
να πάμε στα Ταταύλα
πόσα τάλιρα γυρεύεις
να με πας και μη με φέρεις
τράβα
Καροτσέρη τράβα,
να πάμε στα Ταταύλα
δε με βάζει αυτός ο τόπος
πάρε με να φύγω πρώτος
τράβα
Καροτσέρη τράβα,
να πάμε στα Ταταύλα
τράβηξε όποιο δρόμο ξέρεις
μόνο πίσω μη με φέρεις
τράβα
Τράβα καροτσέρη,
γρήγορα να πάμε
τράβα, τράβα, γρήγορα να πάμε
Τράβα
Καροτσέρη τράβα ίσια,
να μας πας για τα Πατήσια
πόσα τάλιρα γυρεύεις
να μας πας και να μας φέρεις
Καροτσέρη τράβα,
να πάμε στα Ταταύλα
πόσα τάλιρα γυρεύεις
να μας πας και να μας φέρεις
Δέκα τάλιρα γυρεύω,
να σας πάω και να σας φέρω
Τράβα
Τράβα καροτσέρη,
γρήγορα να πάμε
τράβα, τράβα, γρήγορα να πάμε.
 


Έχε γειά Παναγιά

Τραγούδι με προέλευση από την Κωνσταντινούπολη. Ο ρυθμός του κοματιού είναι 4/4 (2-2), χορεύεται στα βήματα του  <<ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΓΡΗΓΟΡΟΥ ΧΑΣΑΠΙΚΟΥ>> και κινείται σε μακάμ Ουζάλ.

Στο Γαλατά ψιλή βροχή και στα Tαταύλα μπόρα
βασίλισσα των κοριτσιών είναι η μαυροφόρα.

Έχε γεια Παναγιά, τα μιλήσαμε
όνειρο ήτανε, τα λησμονήσαμε. 

Στο Γαλατά θα πιώ κρασί στο Πέρα θα μεθύσω
και μες απ’ το Γεντί Kουλέ κοπέλα θ’ αγαπήσω. 

Γεντί Kουλέ και Θαραπιά, Tαταύλα και Nιχώρι
αυτά τα τέσσερα χωριά ’μορφαίνουνε την Πόλη

Αλατσατιανή

Τραγουδι και χορος Καρσιλαμάς απο τα Αλατσατα Ερυθραίας της Ιωνιας
 
Στ’ Aλάτσατα στην Παναγιά,
στ’ Aλάτσατα στην Παναγιά,
στ’ αγιόδημ’ από πίσω, Aλατσατιανή,
στ’ αγιόδημ’ από πίσω, Πανωχωριανή.
Έχω φυτέψει λεμονιά,
έχω φυτέψει λεμονιά,
και πάω να την ποτίσω, Aλατσατιανή,
σεργίανα στο μπαξέ σου Πανωχωριανή.
Άιντε, άιντε γκιντελίμ, Aλατσατιανή,
θα σε κλέψω δε σ’ αφήνω, Πανωχωριανή.
Kακόβολέ μου Nτουσεμέ,
Kακόβολέ μου Nτουσεμέ,
με τις ανηφοριές σου, Aλατσατιανή,
με τις ανηφοριές σου, Πανωχωριανή.
Κάνε και ’με’ γειτόνισσα,
κάνε και ’με’ γειτόνισσα,
με τις γειτόνισσές σου, Aλατσατιανή,
με τη γειτόνισσές σου, Πανωχωριανή.
Άιντε, άιντε γκιντελίμ, Aλατσατιανή,
θα σε κλέψω δε σ’ αφήνω, Πανωχωριανή.
Στ’ Aλάτσατα είν’ ένα βουνό,
στ’ Aλάτσατα είν’ ένα βουνό,
Kαρανταή το λένε, Aλατσατιανή,
Kαρανταή το λένε, Πανωχωριανή,
Που παν’ οι Aλατσατιανές,
που παν’ οι Aλατσατιανές
και τον καημό τους λένε, Aλατσατιανή,
και τον καημό τους λένε, Πανωχωριανή.
Άιντε, άιντε γκιντελίμ, Aλατσατιανή,
θα σε κλέψω δε σ’ αφήνω, Πανωχωριανή.
Κόκκινα μισοφούστανα,
κόκκινα μισοφούστανα,
και κοραλλιά πολκάκια Αλατσατιανή,
και κοραλλιά πολκάκια Πανωχωριανή.
Έρημα υπομείνατε,
έρημα υπομείνατε,
μέσ’ τα στενά σοκάκια Αλατσατιανή,
μέσ’ τα στενά σοκάκια Πανωχωριανή.
Άϊντε άϊντε γκιντελίμ Αλατσατιανή
θα σε κλέψω δε σ’ αφήνω Πανωχωριανή.
Τι να την κάνω τη ζωή,
τι να την κάνω τη ζωή,
αν είναι κι άλλη τόση Αλατσατιανή,
αν είναι κι άλλη τόση κατωχωριανή.
Σαν σε δω στο σταυροδρόμι πανωχωριανή,
τρέμω σαν το χελιδόνι κατωχωριανή.
Αφού υπάρχει θάνατος,
αφού υπάρχει θάνατος,
και το κορμί θα λιώσει Αλατσατιανή,
και το κορμί θα λιώσει κατωχωριανή.
Έλα έλα πέρδικά μου πανωχωριανή
στα χαλάκια τα δικά μου κατωχωριανή
Χόρεψε χαϊδεμένη μου,
χόρεψε χαϊδεμένη μου,
και θα σου τραγουδήσω Αλατσατιανή,
και θα σου τραγουδήσω κατωχωριανή.
Έλα έλα να σου λέω πανωχωριανή,
μη με τυραννείς και κλαίω κατωχωριανή.

 

Μενεξέδες και ζουμπούλια

Το τραγούδι «Μενεξέδες και Ζουμπούλια» θεωρείται παραδοσιακό επτανησιακό τραγούδι που τραγουδιέται ακόμη και σήμερα κυρίως στις χορωδίες των νησιών.
Ταυτόχρονα όμως ιστορία του χάνεται και στα βάθη της Μικράς Ασίας, με μικρές παραλλαγές στη μελωδία, την εναρμόνιση και τους στίχους.
Η διπλή αυτή πορεία του τραγουδιού δείχνει το πώς ταξίδευαν και ταξιδεύουν, στίχοι και μελωδίες απ’ άκρη σ’ άκρη του Ελληνισμού (και όχι μόνο…).
Τι κι αν το βαλσάκι παραπέμπει στη Δύση και ο τρίσημος ρυθμός του θυμίζει Επτάνησα. Στα 3/4 είναι επίσης γραμμένα πολλά υπέροχα μικρασιάτικα τραγούδια που πέρασαν και στην υπόλοιπη, νησιωτική κυρίως Ελλάδα.
Τι κι αν η μικρασιάτικη εκδοχή του επαναλαμβάνει τη φράση έιβ Αλλάχ που παρά τη θρησκευτική χροιά της (σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «Μα το Θεό») ουσιαστικά αντικαθιστά το δικό μας… «όπα». Στην πιο δυτικότροπη το έιβ Αλλάχ γίνεται έι-βαλά ή ακόμα και ει-βαλά ή εξαφανίζεται, όπως στην εκτέλεση που ακολουθεί.
Η μουσική αυτή είναι γνωστό ότι δεν γνώριζε σύνορα. Περνούσε από στόμα σε στόμα, από χωριό σε χωριό, από ήπειρο σε ήπειρο. Μόνος φραγμός της ήταν η γλώσσα. Κι αυτός όμως, πολλές φορές έσπαγε και το τραγούδι αποκτούσε νέους στίχους για να συνεχίσει το ταξίδι του και σε άλλους λαούς και άλλους πολιτισμούς.
Έτσι και το Μενεξέδες και Ζουμπούλια, ξεκίνησε ίσως από την Μικρά Ασία, πέρασε από τη Λάρισα όπου η Χορωδία Κερκυραίων και Φίλων της Κέρκυρας το μετέφερε στην Κεφαλονιά για να το τραγουδήσει στη Συνάντηση Χορωδιών. Σ’ ένα πάρκο (Νάπιερ) που έφτιαξε ένας Άγγλος για να παίζουν τα παιδιά του. (https://www.kefalonitikanea.gr/2016/06/blog-post_83-30.html)
Μενεξέδες και ζουμπούλια
και θαλασσινά πουλιά
αν τη δείτε την καλή μου
χαιρετίσματα πολλά...

Η κιθάρα μου να σπάσει
και τα τέλια να κοπούν
και τα χέρια που την παίζουν
μες στη μαύρη γη να μπουν.

Πες μου γιατί σαν ξένο με κοιτάς,
δεν είμ’ εγώ εκείνος π’ αγαπούσες;
με λάτρευες με λάτρευες πιστά
και με αγνοφιλούσες.

Τι ωραία πουν’ τα βράδια
μια βαρκούλα με πανί
ένας νέος ν’ ακομπανιάρει
και μια νέα νατραγουδεί...

Πες μου τη δασκάλισσά σου
που σε μάθαινε χορό
και σταυρώνεις τα ποδάρια
σαν την πάπια στο νερό

Πες μου γιατί σαν ξένο με κοιτάς,
δεν είμ’ εγώ εκείνος που αγαπούσες;
με λάτρευες με λάτρευες πιστά
και με αγνοφιλούσες.

Αν εσύ δε μου το δώσεις
το φιλί που σου ζητώ
απο κει κι ας με περάσουν
απ’ την πόρτα σου νεκρό.

Μενεξέδες και ζουμπούλια
και θαλασσινά πουλιά
αν τη δείτε την καλή μου
χαιρετίσματα πολλά...
 
Αντικρυστός, μερακλίδικος, εύθυμος χορός από την περιοχή του Ικόνιου στην Καππαδοκία. Κόνιαλι στα τούρκικα είναι ο Κόνιαλης, ο καταγόμενος δηλαδή από τη Βυζαντινή πόλη Ικόνιο (Κόνια). Οι     Τουρκόφωνοι Καπαδόκες ( οι οποίοι λεγόταν Καραμανλήδες), οι οποίοι και το χόρευαν και το τραγουδούσαν όσο και οι Τούρκοι - το έφεραν στην Ελλάδα με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Η μελωδία του είναι τόσο όμορφη, ώστε στο διάβα των αιώνων, πολλές περιοχές του Ελληνισμού ενσωμάτωσαν στην τοπική μουσικοχορευτική τους παράδοση το συγκεκριμένο τραγούδι. Έτσι στην Κύπρο και τα Δωδεκάνησα συναντιέται ως το τραγούδι "Η Βράκα" (σκωπτικό στην Κύπρο, της αγάπης στα Δωδεκάνησα), ως σατυρικός, μιμητικός χορός στην Θράκη με τίτλο "Λαΐσιος", ως οργανικός καρσιλαμάς στην περιοχή της Κωνσταντινούπολης αλλά και στον Πόντο και την υπόλοιπη Μικρά Ασία, ως ρεμπέτικο τραγούδι, με ελληνικούς στίχους από τη Ρόζα Εσκενάζυ (στιχουργός ο Γ. Δραγάτσης).
Στην Καππαδοκία, ο καρσιλαμάς γενικά ονομάζόταν "παίγνη", παίξιμο δηλαδή. Και αυτό διότι κατά τη διάρκεια του χορού, άντρες και γυναίκες χρησιμοποιούσαν (χτυπούσαν) ξύλινα κουτάλια προκειμένου να κρατούν το ρυθμό (κάτι που ακούγεται και στο παρόν βίντεο). Έτσι ο χορός αυτός ήταν "παίγνη μο τα χουλιέρα", παίξιμο με τα κουτάλια (όπως και στα νέα ελληνικά "χουλιάρια"), σε αντιπαραβολή με τους άλλους χορούς που χορευόταν στον κύκλο.
 
Hani ya da benim elli dirhem pastrmam pastırmam
Konyalı’dan başkasına bastırmam yar yar
Konyalım yürü, yürü yavrum yürü, aslan yarim yürü
Aldattılar seni, vermediler beni
 
Kayseri’den, Karaman’dan Konya’dan Konya’dan
Güzel seven mahrum kalmaz dünyadan yar yar
Konyalım yürü, yürü yavrum yürü, aslan yarim yürü
Aldattılar seni, vermediler beni
 
Hani ya da benim elli dirhem irakım irakım
İçer içer geçmez benim merakım vay vay
Konyalım yürü, yürü yavrum yürü, aslan yarim yürü
Aldattılar seni, vermediler beni
 
Yüksek minareden attım kendimi kendimi
Çok aradım bulamadım dengimi yar yar
Konyalım yürü, yürü yavrum yürü, aslan yarim yürü
Aldattılar seni, vermediler beni
 
Σε νεοελληνική απόδοση
 
Χάνι για-τα μπένιμ, ελι ντιρέμ, παστιρμά παστιρμά
Κονιαλί-ταμ μπασκασίνα, παστιρμά γιάρ-γιάρ
Κόνιαλιμ γιόρι, γιόρι γιαβρούμ γιόρι, ασλάν γιάριμ γιόρι
αλντατίλαρ σένι, βερμεντίλερ μπένι
 
Καϊσερί-ντεν Καραμάν-νταν, Κόνια-νταν, Κόνια-νταν
γκιουζέλ σέβεν μακρούν γκάλμαζ, ντούνια-νταν γιάρ-γιάρ
Κόνιαλιμ γιόρι, γιόρι γιαβρούμ γιόρι, ασλάν γιάριμ γιόρι
αλντατίλαρ σένι, βερμεντίλερ μπένι
 
Χάνι για-τα μπένιμ, ελι ντίρεμ, ιρακι-μ, ιρακι-μ
ίτσερ, ίτσερ κεσμές μπένιμ, μερακτούμ βάι-βάι
Κόνιαλιμ γιόρι, γιόρι γιαβρούμ γιόρι, ασλάν γιάριμ γιόρι
αλντατίλαρ σένι, βερμεντίλερ μπένι
 
Γιούκσεκ μιναρέ-ντεν άτιμ, κέντιμι, κέντιμι
τσοκ αράντιμ μπουλαμάντιν ντέγκιμι
Κόνιαλιμ γιόρι, γιόρι γιαβρούμ γιόρι, ασλάν γιάριμ γιόρι
αλντατίλαρ σένι, βερμεντίλερ μπένι
 
Μετάφραση
 
Αχ, Κόνιαλή μου σαν σε ιδώ στην αγορά
και με σκέρτσο να μου κόβεις παστουρμά και σουτζουκάκι, 
αμάν κόνιαλή μου, 
με το μαχαίρι που κρατάς μου πήρες τη ζωή μου
χωρίς εσένα δεν μπορώ να ζήσω Κόνιαλή μου
 
Αχ, Κόνιαλή μου θέλω να γλεντήσουμε
στις ταβέρνες με ουζάκι παστουρμά και σουτζουκάκι να μεθύσουμε
ταίρι μου για να σε κάνω να μιλήσουμε
αμάν άμαν Κόνιαλή μου μαζί θα ζήσουμε
 
Αχ, Κόνιαλή μου σαν σε ιδώ στην αγορά 
και με σκέρτσο να μου κόβεις παστουρμά και σουτζουκάκι, 
αμάν κόνιαλή μου, 
με το μαχαίρι που κρατάς μου πήρες τη ζωή μου
χωρίς εσένα δεν μπορώ να ζήσω Κόνιαλή μου

Τσακιτζής

Ο Τσακιτζής ήταν μυθικός λαϊκός ήρωας Τούρκων και Ελλήνων της Μ. Ασίας, της Αν. Ρωμυλίας και της Πόλης. Ο Τσακιτζής ήταν ένας ληστής-αντάρτης (Ρομπέν των δασών) υπερασπιστής των φτωχών, που στα δημοτικά άσματα της εποχής (19ος-20ος αιώνας) έκλεβε τους πλούσιους για να βοηθήσει τους φτωχούς και να παντρέψει άπορες κοπέλες.

Μες της Σμύρνης τα βουνά
και τα κρύα τα νερά
μες της Σμύρνης τα βουνά
σαν λιοντάρι τριγυρνά.
-Με λεν εμένα Τσακιτζή
-Γειά σου, παληκάρι μου,
λεοντάρι στην καρδιά

Καθεμιά του ντουφεκιά
είναι και παρηγοριά.
Καθεμιά του ντουφεκιά
είναι και παληκαριά.
-Με λεν εμένα Τσακιτζή
-Γειά σου παληκάρι μου,
λεοντάρι στην καρδιά

Τη θρησκεία δεν κοιτά
Τούρκα αν είσαι για Ρωμιά
-Με λεν εμένα Τσακιτζή
Τάμα τό’χει στο θεό
να παντρεύει ορφανά.

Τσακιτζή, παληκαρά,
πέρασε κι απ’ τα Βουρλά,
πέρασε κι από τη Σμύρνη,
γιαρ φινταν μποϊλού,
να παντρέψεις ορφανά.

Τσακιτζή, κατέβα πια
απ’ της Ασίας τα βουνά,
πήγαινε και στ’ Οδεμήσι,
γιαρ φιντάν μποϊλού,
να παντρέψεις ορφανά

Δεν είν’ αυγή να σηκωθώ
και να μη συλλογιστώ,
Τσακιτζή μου, να μην κλάψω
γιαρ φιντάν μποϊλού
τον άδικό σου το χαμό.

İzmirin Kavakları


İzmir’in kavakları
Dökülür yaprakları (x2)
 
Bize de derler çakıcı
Yar fidan boylum
Yakarız konakları (x2)
 
Selvim senden uzun yok
Yaprağında düzüm yok (x2)
 
Kamalı da zeybek vuruldu
Yar fidan boylum
Çakıcı’ya sözüm yok (x2)
 

Από ξένο τόπο

Παραδοσιακό συρτό Μικράς Ασίας
 Aπό ξένο τόπο κι απ’ αλαργινό,
από ξένο τόπο κι απ’ αλαργινό,
ήρθ’ ένα κορίτσι, φως μου, δώδεκα χρονώ,
ήρθ’ ένα κορίτσι, φως μου, δώδεκα χρονώ.
Εγώ 'λεγα να σ' αγαπώ, Γιωργίτσα μου, κανείς να μην το ξέρει
Tώρα το μάθαν οι δικοί, Γιωργίτσα μου, το μάθανε κι οι ξένοι
Έλα Γιούλα, Γιούλα, Γιούλα, έλα πάρε με
Aνοιξε τις δυο σου αγκάλες, μέσα βάλε με
Το γιασεμί στην πόρτα σου, Γιωργίτσα μου, άνθισε και θα δέσει
T' αγγελικό σου το κορμί, Γιωργίτσα μου, στα χέρια μου θα πέσει
Μάζεψ' εσύ τα γιασεμιά, Γιωργίτσα μου, κι εγώ τα βελονιάζω
Πούλησε την αγάπη σου, Γιωργίτσα μου, κι εγώ την αγοράζω

Ένα τρεχαντηράκι

Αστικό τραγούδι από τα Βουρλά της Μ. Ασίας του 18ου Αιώνα
m
Ένα τρεχαντηράκι ένα τρεχαντηράκι
ένα τρεχαντηράκι βοριάς το ‘μπόδισε
και μια μελαχρινούλα τζόγια μου αμάν
το κληρονόμησε
Θάλασσα μη θυμώνεις θάλασσα μη θυμώνεις
θάλασσα μη θυμώνεις μην κάνεις κύματα
στην π’ αγαπώ τα στέλνω τζόγια μου
τα χαιρετίσματα
Έλα να σε φιλήσω έλα να σε φιλήσω
έλα να σε φιλήσω και φίλα με κι εσύ
κι άμα το μαρτυρήσω τζόγια μου
μαρτύρα το και συ
Έλα να φιληθούμε έλα να φιληθούμε
έλα να φιλήθουμε σαν τ’ άγρια πουλιά
που σμίγουν στα κλαράκια τζόγια μου
κι αλλάζουνε φιλιά
İzmir’in kavakları
Dökülür yaprakları (x2)
 
Bize de derler çakıcı
Yar fidan boylum
Yakarız konakları (x2)
 
Selvim senden uzun yok
Yaprağında düzüm yok (x2)
 
Kamalı da zeybek vuruldu
Yar fidan boylum
Çakıcı’ya sözüm yok (x2)
https://lyricstranslate.com

Ρουμπαλιά, γαρουφαλιά

Παραδοσιακό τραγούδι της Μικράς Ασίας, το οποίο ήταν αγαπητό σε ολόκληρη την Ιωνία και αντίκρυ στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Συγκεκριμένα πρόκειται για ένα χασάπικο από το Μιχαλίτσι Βιθυνία
Ποιος είδε νέο σεβνταλή1 και της αγάπης κλέφτη,
Ρουμπαλιά,2 γαρουφαλιά
σε τριγυρνούνε τα πουλιά.
Για να ξυπνάει με το αχ και με το βαχ να πέφτει.
Ρουμπαλιά μου Χιώτισσα
σε είδα ψες κι αρρώστησα.
Τα μάτια σου με κάνανε, να στρώσω δεν κοιμούμαι
Ρουμπαλιά, γαρουφαλιά
σε τριγυρνούνε τα πουλιά.
Και το σταυρό σα Χριστιανός να κάνω δεν θυμούμαι.
Ρουμπαλιά μου Χιώτισσα
σε είδα ψες κι αρρώστησα.

1σεβνταλής: ερωτευμένος
2Ρουμπαλιά: γυναικείο όνομα

Σαν τα μάρμαρα της Πόλης

Τραγούδι με προέλευση από την Πόλη. Ο ρυθμός του κομματιούβ είναι 9/8 (2-2-2-3) και χορεύρται στα βήματα του "Πολίτικου Καρσιλαμά"
 
Σαν τα μάρμαρα της Πόλης βρ’ αμάν ωχ αμάν,
σαν τα μάρμαρα της Πόλης βρ’ αμάν ωχ αμάν,
που ‘ναι στην Α… που ‘ναι στην Αγιά-Σοφιά,
που ‘ναι στην Α… που ‘ναι στην Αγιά-Σοφιά.
------
Έτσι τα ‘χεις ταιριασμένα βρ’ αμάν ωχ αμάν,
έτσι τα ‘χεις ταιριασμένα βρ’ αμάν ωχ αμάν,
μάτια φρύδια μάτια φρύδια και μαλλιά,
μάτια φρύδια μάτια φρύδια και μαλλιά.
------
Άσπρη μου παχιά σουλτάνα βρ’ αμάν ωχ αμάν,
άσπρη μου παχιά σουλτάνα βρ’ αμάν ωχ αμάν,
την καρδιά μου την καρδιά μου ράγισες,
την καρδιά μου την καρδιά μου ράγισες.
------
Και το νου μου τον επήρες βρ’ αμάν ωχ αμάν,
και το νου μου τον επήρες βρ’ αμάν ωχ αμάν,
και τον επα… και τον επαλάβωσες,
και τον επα… και τον επαλάβωσες.
------
Σαν τη μαρμαροκολόνα βρ’ αμάν ωχ αμάν,
σαν τη μαρμαροκολόνα βρ’ αμάν ωχ αμάν,
στέκεις μέσ’ την στέκεις μέσ’ την εκκλησιά,
στέκεις μέσ’ την στέκεις μέσ’ την εκκλησιά.
------
Και σε βλέπουν οι παπάδες βρ’ αμάν ωχ αμάν,
και σε βλέπουν οι παπάδες βρ’ αμάν ωχ αμάν,
και πετάνε και πετάνε τα χαρτιά,
και πετάνε και πετάνε τα χαρτιά.
------
Αποφάσισα να γίνω βρ’ αμάν ωχ αμάν,
Αποφάσισα να γίνω βρ’ αμάν ωχ αμάν,
στην Αγιά-Σο… στην Αγιά-Σοφιά κουμπές,
στην Αγιά-Σο… στην Αγιά-Σοφιά κουμπές.

Τέσσερα Μάτια Δυό Καρδιές 

Χορός της Αρτάκης – Κυζίκου Μ.Ασίας. Χορεύεται σε κύκλο από γυναίκες, με τα χέρια κάτω, σε ρυθμό 9/8, καρσιλαμάς, ξεκινώντας με το αριστερό πόδι, τρία τεσσάρια εμπρός ένα πίσω.
Τέσσερα μάτια δυο καρδιές, τέσσερα μάτια δυο καρδιές
όταν αγαπηθούνε, όταν αγαπηθούνε
Καλύτερα στη μαύρη γή, καλύτερα στη μαύρη γή
παρά να χωριστούνε, παρά να χωριστούνε
Για σένα και για μένα δοθήκαν οι καημοί
τα βάσανα οι πόνοι και οι αναστεναγμοί
για σένα και για μένα και όχι για άλλονα
δοθήκανε οι πόνοι και τα παράπονα.
Τέσσερα μάτια δυο καρδιές, τέσσερα μάτια δυο καρδιές
και δυο ψυχές ομάδι, και δυο ψυχές ομάδι.
Εάν τους μένει χωρισμός, εάν τους μένει χωρισμός
κάλιο μαζί στον Άδη, κάλιο μαζί στον Άδη
Πανάθεμά σε Πόλη τη σκάλα π’άνοιξες
είπα να καζαντήσω κι εσύ μ’αφάνησες
παναθεμά σε Πόλη Φανάρι Τσεζμετζέ
μου πήρες το πουλί μου που το’χα εγλεντζέ.
Δε στο’πα μαυρομάτα μου, δε στο’πα μαυρομάτα μου
να μην αγαπηθούμε, να μην αγαπηθούμε.
Γιατί είναι ο έρωτας τρελός, γιατί είναι ο έρωτας τρελός
και θα φανερωθούμε, και θα φανερωθούμε
Για σένα και για μένα δοθήκαν οι καημοί
τα βάσανα οι πόνοι και οι αναστεναγμοί
για σένα και για μένα και όχι για άλλονα
δοθήκανε οι πόνοι και τα παράπονα

Σύρε να πεις στη μάνα σου

Παραδοσιακός Καρσιλαμάς Μικράς Ασίας
Σύρε να πεις στη μάνα σου
να κάνει κι άλλη γέννα
να κάψει κι αλλουνού καρδιά
πως έκαψε κι εμένα
Aμάν γιάλα όπα γιάλα
τα ματάκια σου τα μαύρα,
τα ματάκια σου τα μαύρα
που είναι όλο φωτιά και λαύρα
Βλέπεις εκείνο το βουνό
που ανάβει και όλο καίει
δεν είν’ φωτιά δεν είν’ καπνός
η αγάπη είναι και καίει
Aμάν γιάλα βίβα γιάλα
τα ματάκια σου τα μαύρα,
τα ματάκια σου τα μαύρα
που είναι όλο φωτιά και λαύρα
Όταν σε γένναε η μάνα σου
ο ήλιος εκατέβει
σου έδωσε την ομορφιά
κι ύστερα ξανανέβει
Aμάν γιάλα βίβα γιάλα
τα ματάκια σου τα μαύρα,
τα ματάκια σου τα μαύρα
ου είναι όλο φωτιά και λαύρα
Κι ας ήταν να γινότανε
γιαγκίν στο μαχαλά σου
όλοι να τρέξουν στη φωτιά
κι εγώ στην αγκαλιά σου
Μελαχρινό με τις ελιές
και με τα μαύρα μάτια
έκαμες την καρδούλα μου
σαράντα δυο κομμάτια
Βλέπεις εκείνο το βουνό
που άναψε και καίει
δεν είν’ φωτιά δεν είν’ καπνός
μα η αγάπη είναι που καίει