Χοροί Θράκης

 

Οι χοροί της Θράκης παρουσιάζονται πλούσιοι σε αριθμό και εντυπωσιακοί στο τρίπτυχο κίνηση, λόγος, μελωδία. Η ιδιάζουσα ακόμη συμμετρία κινήσεων του σώματος, σε συνδυασμό με συντονισμένα στην ίδια οξύτητα από τους χορευτές ζωηρά επιφωνήματα, είναι στοιχεία που προσδίδουν ξεχωριστά εντυπωσιακό χαρακτήρα στους θρακικούς χορούς.
Οι χοροί είναι κυκλικοί, αντικριστοί και μεικτοί και έχουν διάφορες ονομασίες, κυρίως από τον τρόπο ή από τις περιστάσεις που χορεύονται, από ιδιαίτερα τοπικά γεγονότα, από εναρκτήριους στίχους τραγουδιών που τους συνοδεύουν κλπ.
Ζωναραδικος: Μεικτός χορός, από άντρες και γυναίκες, εντυπωσιακός, με μεγάλη διάδοση σ' όλη τη Θράκη. Οφείλει την ονομασία του στο γεγονός ότι οι χορευτές πιάνονται ο ένας από τον άλλο από τα ζωνάρια. Χορεύεται κυκλικά. Μπροστά μπαίνουν οι άντρες και ακολουθούν οι γυναίκες. Σύμφωνα με τα ήθη παλαιότερα, ο τελευταίος άντρας για να πιαστεί με την πρώτη χορεύτρια του γυναικείου κύκλου και ν' αποτελέσουν από κοινού έναν κύκλο, έπρεπε απαραίτητα να είχαν συγγενική σχέση μεταξύ τους. Η συνήθεια αυτή ίσχυε για το σύνολο των κυκλικών χορών, ιδιαίτερα στην περιφέρεια του Διδυμότειχου.
Στίχοι
Δω στα λιανοχορταρούδια.
Δω στα λια κι αμάν αμάν,
δω στα λιανοχορταρούδια.
Δω στα λιανοχορταρούδια,
τι τρανός χορός θα γένει.

Σαν γαϊτά κι αμάν αμάν,
σα γαϊτάνι θα παγαίνει.
Σαν γαϊτάνι θα παγαίνει,
πέντε πέρδικες πετούσαν.

Μες τον κά κι αμάν αμάν,
μες τον κάμπο όλο γυρνούσαν.
Μες τον κάμπο όλο γυρνούσαν,
για τα μας τα δυο ρωτούσαν.

Ποια είν’ η ά κι αμάν αμάν,
ποια είν’ η άσπρη ποια είν’ η ρούσα.
Ποια είν’ η άσπρη ποια είν’ η ρούσα,
ποια είν’ η γαϊτανοφρυδούσα.
Ζωναράδικος κουλουριαστός:
Στίχοι
Στου Σαλουνίκη, στου τσιαρσί
Στου Σαλουνίκη, στου τσιαρσί, ντουλγκέρι ντουλγκεράκι μου
κάτου στο μπεζεστένι, πα δε σε διω πιθαίνω
χίλιοι ραφτάδες έραφταν ντουλγκέρι ντουλγκεράκι μου
κι ως χίλια μαθητούδια, πα δε σε διω πιθαίνω
Ράφτει κι ένα ραφτόπουλο ντουλγκέρι ντουλγκεράκι μου
για την καλή τ' τη γούνα, πα δε σι διώ πιθαίνω.
Εμ το 'ραβε, εμ το 'λεγε, ντουλγκέρι ντουλγκεράκι μου           
εμ το ράβει, εμ του λέει πα δε σε διω πιθαίνω                              
Γαϊτάνι μου διπλόραφτο, ντουλγκέρι ντουλγκεράκι μου        
κι διπλογαζωμένου, πα δε σε διω πιθαίνω    
που σι κρατώ στα γόνατα, ντουλγκέρι ντουλγκεράκι μου         
να 'χα και την κυρά σου πα δε σε διω πιθαίνω
Δυο παιδιά, καλά παιδιά μες στην Πόλη δούλευαν
μες στην Πόλη δούλευαν, σε μια χήρα Τούρκισσα.
Σε μια χήρα Τούρκισσα, Τούρκισσα τα λάλησε.
Τούρκισσα τα λάλησε, "Σεις παιδιά, παιδιόπουλα
σεις παιδιά Ρωμιόπουλα, δε γίνεστε Τουρκόπουλα;
Δε γίνεστε Τουρκόπουλα, να χαρείτε την Τουρκιά;
Συ κυρά μου Τούρκισσα δεν γίνεσαι Ρωμαίισα
Δεν γίνεσαι Ρωμαίισα, να χαρείς την εκκλησιά;

Ζωναράδικος-Κλωστρός-Κουλουριαστός

Θέλω να πάω στη Φραγκιά
Θέλω να πάω στη Φραγκιά
στα μάρμαρα στα μάρμαρα
ν’ αρέσω ένα Φραγκάκι
στα μάρμαρα της πόλης .
Να κάθουμαι να του ρωτώ
στα μάρμαρα στα μάρμαρα
πως πιάνεται η αγάπη
στα μάρμαρα της πόλης .
Από τα μάτια πιάνεται
στα μάρμαρα στα μάρμαρα
στα χείλη κατεβαίνει
στα μάρμαρα της πόλης.
Κι από τα χείλη στην καρδιά
στα μάρμαρα στα μάρμαρα
ριζώνει και δε βγαίνει
στα μάρμαρα της πόλης.
Ψεσ ίδγια στ' όνειρό μου
Ψες ίδγια, γαλανά γλυκά ξανθιά και μαύρα μάτια
Ψες ίδγια στο όνειρό μου
Ψες ίδγια στο όνειρό μου
μαύρα μάτια στο πλευρό μου
Σκόνουμι, γαλανά γλυκά ξανθιά και μαύρα μάτια
Σκόνουμι και δεν τα βρίσκουν
Σκόνουμι και δεν τα βρίσκω, με τα ρούχα μου μαλώνω
Ρούχα μου, γαλανά γλυκά ξανθιά και μαύρα μάτια
Ρούχα μου παλιά μου ρούχα
Ρούχα μου παλιά μου ρούχα, πουν τα μαύρα μάτια που χα
Ψες το βρά-, γαλανά γλυκά ξανθιά και μαύρα μάτια
Ψες το βράδυ στο κρεβάτι
Ψες το βράδυ στο κρεβάτι, παν στη βρύση για νεράκι
Συγκαθιστός, Συρτός ή Δρομικός: Ο συρτός είναι ένας πολύ συνηθισμένος, γνωστός και εύκολος χορός που χορεύεται σε εκδηλώσεις γλέντια και γιορτές από άνδρες και γυναίκες ανάμικτα. Όλοι πιάνονται από τα χέρια.
Στον ίδιο ρυθμό αλλά με άλλα βήματα χορεύεται (από άνδρες και γυναίκες) και ο ελεύθερος δρομικός συγκαθιστός χορός.  Λέγεται δρομικός γιατί με το χορό αυτό συνοδεύεται από τους χορευτές και χορεύτριες η νύφη και ο γαμπρός στο δρόμο από και  προς την εκκλησία με ενθουσιώδη επιφωνήματα. Χορεύεται και ζευγαρωτά και αντικριστά σε γλέντια και πανηγύρια. Λέγεται συγκαθιστός γιατί οι χορευτές κυρίως κάνουν ημικάθισμα (συν-καθίζουν) μια στο αριστερό και μια στο δεξί πόδι.
Μπαϊντούσκα: Πρόκειται για χορό που χορεύεται από άνδρες και γυναίκες στη Θράκη και στη Μακεδονία. Άλλες ονομασίες είναι: Μπαϊντούζκος, Μπαϊνιoύσκα, Μπαϊντούσκος, Ταχαριώτικος, Τραπανιστός, Στις Τρεις. Κατά μία εκδοχή, η ονομασία προέρχεται από τη λέξη Παϊτάκ. Το παϊτακικό περπάτημα το επικαλούνται στη Θράκη όταν κάποιος δεν περπατάει ίσια, όταν κουτσαίνει χωρίς να είναι κουτσός.
Υπάρχουν και διάφορες άλλες εκδοχές για την ερμηνεία της ονομασίας του χορού. Αν η λέξη έχει σλαβική καταγωγή, τότε σημαίνει πάει ίσια, ενώ αν η ρίζα της λέξης είναι τούρκικη, τότε σημαίνει τον άνθρωπο που δεν περπατά ίσια, κουτσαίνει χωρίς να είναι κουτσός.
Ο χορός έχει δέκα βήματα, τα οποία τα χωρίζουμε σε τρία μέρη: Αντίθετα από τη φορά, επιτόπου και προς τη φορά. Η λαβή είναι από τις παλάμες, με τα χέρια κάτω.
Ταπεινός: Γαμήλιος χορός, καθαρά γυναικείος, απλός και αργός με μικρά βήματα. Είναι ο πρώτος χορός μετά την στέψη, με την νύφη στην κορυφή του χορού.
Κουσευτός ή Γαϊτάνι: Χορός που ονομάστηκε έτσι, από το ότι τα βήματά του είναι τρεχάτα (κουσεύω = τρέχω). Είναι χορός στα βήματα του ζωναράδικου, αλλά οι χορευτές πιάνονται από τα χέρια και τρέχουν, γι’ αυτό και αλλού θα τον βρούμε με την ονομασία «κουσιαυτός». Στην περίπτωση των Ασβεστάδων πήρε το όνομα «γαϊτάνι» από το τραγούδι : «Τρείς αδερφούλες ήμασταν  γαϊτάνιμ’ γαϊτάνιμ’». Πολλές φορές παρατηρούμε στη διάρκεια που χορεύουν στους Ασβεστάδες το ζωναράδικο, πιασμένοι από τα ζωνάρια, με την αλλαγή του τραγουδιού αμέσως να πιάνονται από τα χέρια και να γυρίζουν το χορό σε γαϊτάνι. Υπάρχουν δηλαδή τραγούδια ζωναράδικα μεν αλλά ο ρυθμός τους παραπέμπει αμέσως σε γαϊτάνι. Όπως το «Ψες είδια..», «Κόρη πιπέρι έσπερνε..», «Σήμερα παέν’ η μέρα..» κ.λ.π.
Χορός της παλαίστρας: Συνηθιζόταν σε γάμους και πανηγύρια, όπου απαραίτητο στοιχείο ήταν το αγώνισμα πάλης, πολλές φορές από επαγγελματίες παλαιστές. Οι σκοποί της παλαίστρας είναι πολλοί και καθένας αποτελείται από τρία μελωδικά και ρυθμικά μέρη. Το πρώτο, σε αργό ρυθμό, παίζεται στην έναρξη, το δεύτερο, σε πιο γρήγορο ρυθμό, όταν το αγώνισμα βρίσκεται στο αποκορύφωμα του και το τρίτο μέρος, σε ακόμη πιο γρήγορο και ελεύθερο ρυθμό, παίζεται όταν η πάλη φτάνει προς το τέλος και ο νικητής αρχίζει πλέον να ξεχωρίζει καθαρά.
Σουφλιουτούδα: Γυναικείος χορός του Σουφλίου. Την ονομασία του την οφείλει στον εναρκτήριο στίχο “Σουλτάνα Σουφλιουτούδα” τοπικού χορευτικού τραγουδιού. Η Σουφλιουτούδα είναι κόρη από το Σουφλί.
Γιάννη μ’, Γιαννάκη μου:    Μεικτός χορός του Σουφλίου επίσης με το όνομά του από τοπικό τραγούδι.
Γίκνα: Γαμήλιος χορός της Ορεστιάδας. Το όνομά του οφείλει στο χρώμα (κνα), (σε πορτοκαλί χρώμα) με την οποία οι φίλες της νύφης βάφουν τα νύχια. . Χορεύεται το Σαββατόβραδο στο σπίτι της νύφης.
Σούστα ή Σιχτίρ Χαβασί: Μεικτός χορός της περιοχής Διδυμοτείχου. Το όνομά του βγήκε από το “σουστάρισμα”, (λύγισμα) των ποδιών, κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης των βημάτων. Είναι μικτός χορός που σε πολλές περιπτώσεις χορεύεται σα συνέχεια του χορού Ξέσυρτου. Συναντιέται κα με την ονομασία Σιχτίρ Χαβασί ( τελευταίος σκοπός ) μια και παίζεται στο τελείωμα των γλεντιών.
Του Μαμά τα παλικάρια: Μεικτός χορός της περιοχής της Γρατινής Ροδόπης. Το όνομά του, από τον εναρκτήριο στίχο του τοπικού τραγουδιού (”Του Μαμά τα παλικάρια, ήταν όλα σαν λιοντάρια”).
Ζεϊμπέκικος: Αργός χορός, παρόμοιος με τον αντικρυστό Καρσιλαμά. Θεωρείται χορός πολεμικός και χορεύεται μόνο από δύο άτομα. Οι κινήσεις γίνονται μέσα σε νοητό κύκλο. Έχει αργό και γρήγορο μέρος, χωρίς τυποποιημένα βήματα, τα οποία κατά περίσταση δίνουν στον χορευτή την δυνατότητα να εξωτερικεύσει τα συναισθήματά του.
Λαγίσιος ή Λαγίτικος: Μιμητικός και σκωπτικός χορός, που παριστάνει το κυνήγι του λαγού. Είναι κυκλικός και χορευόυαν παλιότερα στα βραδυνά γλέντια του γάμου, για να δημιουργήσει ευθυμία και χαλάρωση, μετά την υπερένταση της ημέρας.
Πως το τρίβουν το πιπέρι: Πολύωρος (;) μιμητικός ανδρικός χορός. Οι ίδιοι οι χορευτές τραγουδούν και προσπαθούν να μιμηθούν τις αντίστοιχες κινήσεις υποθετικού τριψίματος πιπεριού με τα μέλη του σώματός τους (αγκώνα, γόνατα, μύτη, κώλο κλπ).
Χορός του Μαχαιριού ή Αράπικος: Χορός από δύο άντρες, από τους οποίους ο ένας καρατά δύο μαχαίρια και ο άλλος παριστανει το αρνί και αυτός με τα μαχαίρια προσπαθεί να ακουμπήσει το στήθος του άλλου, οπότε αυτός πέφτει κάτω προσποιούμενος τον νεκρό, και ο νικητής χορεύει γύρω του θριαμβευτικά (ο χορός αυτός αναφέρεται και στην “Κύρου Ανάβασις” του Ξενοφώντα, Βιβλίο Στ’, κεφ. 1, 5-6). Χορευόταν συνήθως στους γάμους και σπανιότερα στα καφενεία του χωριού εαν τύχαινε και υπήρχαν μουσικά όργανα.
Οι χοροί των Αναστεναρίων: Ιδιότυποι και ιδιόμορφου χοροί, που έχουν πρωτεύοντα ρόλο στην όλη τελετουργία, και αποτελούν ένα από τα βασικά στοιχεία του … εκστασιασμού των τελεστών. Οι βηματισμοί στους χορούς αυτούς, είναι απλοί, με στατικότητα και αυτοσχεδιασμούς και με ανάλογες κινήσεις των χεριών, που εκφράζουν την ψυχοσύνθεση και τα συναισθήματα των οιστρόπληκτων χορευτών. Τα γνωστά αναστενάρικα χωριά των Ανατολικορωμυλιωτών είναι ο Λαγκαδάς, η Κερκίνη, η Μελίκη και η Αγία Ελένη.
Κουτσός: Χορός επίσης της περιοχής Ορεστιάδας, από άντρες και γυναίκες.
Μαντηλάτος: Χορός αντικριστός, συνήθως από έναν άντρα και μια γυναίκα. Οφείλει την ονομασία του στο μαντήλι που κρατούν οι χορευτές. Συνηθιζόταν ιδιαίτερα στους γάμους, στο δρόμο, όταν πήγαιναν να πάρουν τη νύφη ή τον κουμπάρο για την εκκλησία.Τσέστος
Πανόμοιος χορός με τον Ζωναράδικο.
Τριπάτης: Μεικτός χορός της περιοχής Ορεστιάδας και αυτός.

Αχ αμάν Ελένη

Παραδοσιακό Ανατολικής Θράκης

 
Δεν ημπορώ τα μάτια μου Ελένη
ψηλά να τα σηκώσω, χαϊδεμένη
αμάν αμάν αμάν Ελένη
μικρή και ζηλεμένη
Δεν ημπορώ τα μάτια μου Ελένη
ψηλά να τα σηκώσω, χαϊδεμένη
αμάν αμάν αμάν Ελένη
μικρή και ζηλεμένη

Και την καημένη μου καρδιά Ελένη
παρηγοριά να δώσω, χαϊδεμένη
αμάν αμάν αμάν Ελένη
με τρέλανες καημένη

Εσύ ήσουνα που μου `λεγες Ελένη
σαν δε σε διω πεθαίνω, χαϊδεμένη
αμάν αμάν αμάν Ελένη
μικρή μικρή και ζηλεμένη

Και τώρα περπατείς και λες Ελένη
πού σ’ είδια που σε ξέρω, χαϊδεμένη
αμάν αμάν αμάν Ελένη
με τρέλανες καημένη
αμάν αμάν αμάν Ελένη
το τι κακό θα γένει